Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010

Twilight/Λυκόφως




Η δεκαεπτάχρονη Ιζαμπέλα "Μπέλα" Σουάν μετακομίζει στο Φορκς, μια μικρή πόλη κοντά στην Ουάσιγκτον, μονίμως καλυμμένη με σύννεφα, για να ζήσει με τον πατέρα της, Τσάρλι, μετά το γάμο της μητέρα της με έναν νεαρό αθλητή του μπέιζμπολ. Γρήγορα γίνεται αποδεκτή από πολλούς μαθητές στο νέο λύκειο της και, προς μεγάλη της αμηχανία, πολλά αγόρια ανταγωνίζονται για την προσοχή της.
Όταν η Μπέλα κάθεται δίπλα στον Έντουαρτ Κάλεν στην τάξη, την πρώτη μέρα στο σχολείο, αυτός φαίνεται αηδιασμένος από την παρουσία της. Ο Έντουαρτ εξαφανίζεται για λίγες μέρες, αλλά μετά την επιστροφή του η νέα σχέση τους κορυφώνεται όταν Μπέλα σχεδόν συνθλίβεται από ένα φορτηγάκι στο σχολικό χώρο στάθμευσης. Δείχνοντας να αψηφά τους νόμους της φύσης, ο Έντουαρτ σώζει τη ζωή της όταν εμφανίζεται στιγμιαία δίπλα της και σταματάει το φορτηγό με τα χέρια.
Η Μπέλα αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο ο Έντουαρτ της έσωσε τη ζωή, και συνεχώς τον ενοχλεί με ερωτήσεις. Όταν μένει μόνη της με έναν οικογενειακό φίλο, τον Τζέικομπ Μπλακ, αυτός της αφηγείται θρύλους της φυλής του, η Μπέλα συμπεραίνει ότι ο Έντουαρτ και η οικογένεια του είναι βαμπίρ που πίνουν το αίμα των ζώων και όχι του ανθρώπου. Ο Έντουαρτ ομολογεί ότι αρχικά την αποφεύγε διότι η μυρωδιά του αίματος της ήταν τόσο επιθυμητή για τον ίδιο. Με την πάροδο του χρόνου, ο Έντουαρτ και η Μπέλα ερωτεύονται.
Η σχέση τους ρίχνεται στο χάος, όταν τρεις νομάδες βρικόλακες, ο Τζέιμς, η Βικτόρια και ο Λοράν φτάνουν στην πόλη. Ο Τζέιμς, ένας ιχνηλάτης, αντιμετωπίζει ως πρόκληση την επιμονή του Έντουαρτ να προστατεύσει μια θνητή και προσπαθεί να σκοτώσει τη Μπέλα. Οι Κάλεν στην προσπάθεια τους να αποσπάσουν τον ιχνηλάτη από την Μπέλα και τον Έντουαρτ, στέλνουν την Μπέλα να κρυφτεί σε ένα ξενοδοχείο στο Φοίνιξ. Εκεί, η Μπέλα λαμβάνει ένα τηλεφώνημα από τον Τζέιμς, ο οποίος ισχυρίζεται ότι κρατά τη μητέρα της αιχμάλωτη. Όταν η Μπέλα, για να σώσει τη μητέρα της, συναντά τον Τζέιμς, αυτός της επιτίθεται, αλλά ο Έντουαρτ μαζί με τα άλλα μέλη της οικόγένειας του φτάνουν και διασώζουν την Μπέλα και καταστρέφουν τον Τζέιμς. Μόλις συνειδητοποίησε ότι ο Τζέιμς είχε δαγκώσει τη Μπέλα στο χέρι, ο Έντουαρτ ρουφά το δηλητήριο από το σώμα της για να μην μπορέσει να εξαπλωθεί και να την μετατρέψει σε βρυκόλακα. Μετά την επιστροφή τους στο Φορκς, η Μπέλα και ο Έντουαρτ, πάνε στο χορό του σχολείο τους όπου εκεί η Μπέλα εκφράζει την επιθυμία της να γίνει βρυκόλακας, ενώ ο Έντουαρτ αρνείται κατηγορηματικά να την καταδικάσει σε μια τέτοια, κατά τη γνώμη του καταραμένη, ζωή.

Tι είναι το Trailer;



Είναι η περίληψη μιας επερχόμενης κινηματογραφικής ταινίας,κατά την οποία προβάλλονται με γρήγορο ρυθμό στιγμιότυπα από την ίδια την ταινία.Επίσης, δίνονται τα βασικά στοιχεία της πλοκής και ταυτόχρονα τα ονόματα των πρωταγωνιστών ηθοποιών και των ρόλων τους.Τέλος, γίνεται αντιληπτό το είδος της ταινίας, με αποτέλεσμα την γρήγορη απόφαση του θεατή αν θα την παρακολουθήσει ή όχι.

Δευτέρα 20 Δεκεμβρίου 2010

Ε.Τ. ο Εξωγήινος



 Όταν το διαστημόπλοιο που τον έφερε στη Γη απογειώνεται βιαστικά, ένας εξωγήινος καταφεύγει στην αποθήκη μιας αγροικίας. Τον βρίσκει ένα παιδί και μαζί με τα δύο αδέλφια του προσπαθούν να τον βοηθήσουν, προκειμένου να έλθει σε επαφή με τους δικούς του. Όμως, οι Αρχές γνωρίζουν την ύπαρξή του και τον αναζητούν.

Sex And The City



Όταν έχουμε να κάνουμε με το μέγεθος της οθόνης, το μεγαλύτερο είναι πάντα καλύτερο. Το "Sex and the City" καταφθάνει στις κινηματογραφικές αίθουσες στις 5 Ιουνίου και υπόσχεται να απαντήσει σε όλα τα επίμονα ερωτηματικά: θα παντρευτεί η Κάρι τον Μπιγκ; Θα "στεριώσει" η Σαμάνθα με έναν μόνο άνδρα; Θα γίνει μητέρα η Σάρλοτ; Μπορούν η Μιράντα και ο Στιβ να ζήσουν ευτυχισμένοι; 
Η Κάρι Μπράντσο (Σάρα Τζέσικα Πάρκερ), επιτυχημένη συγγραφέας και αγαπημένο σύμβολο μόδας, επιστρέφει με το σαρδόνιο πνεύμα της, πιο κοφτερό από ποτέ, και συνεχίζει να μας αφηγείται τις ιστορίες της για το σεξ, την αγάπη και την παθιασμένη με τη μόδα, "ελεύθερη" γυναίκα της Νέας Υόρκης. Η ταινία "Sex and the City" βρίσκει την Κάρι, την Σαμάνθα (Κιμ Κατράλ), την Σάρλοτ (Κριστίν Ντέιβις) και την Μιράντα (Σίνθια Νίξον), 4 χρόνια μετά το τέλος της επιτυχημένης σειράς του HBO, να συνεχίζουν, να συνδυάζουν δουλειά και σχέσεις, προσπαθώντας να αντεπεξέλθουν στις προκλήσεις της μητρότητας, του έγγαμου βίου και της ζωής στο Μανχάταν.

Ο Νονός


Η ιστορία αφορά τον Δον Κορλεόνε (Μάρλον Μπράντο) και την οικογένεια του η οποία είναι μία από τις Πέντε Οικογένειες του οργανωμένου εγκλήματος στην Νέα Υόρκη. Ο γιος του Μάικλ (Αλ Πατσίνο) μόλις έχει γυρίσει από τον Β' Παγκόσμιο πόλεμοκαι θέλει να συνεχίσει μια κανονική ζωή. Κάτι το οποίο δεν θέλει ούτε να ακούει ο Δον καθώς τον προορίζει για αρχηγό της Φαμίλιας του. Ο Μάικλ τελικά θα αναλάβει την αρχηγία της Φαμίλιας μετά την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας κατά του πατέρα του, από άντρες του Σολόζο με τον οποίο και θα ξεκινήσει πόλεμο.

Ο Νονός, είναι μία ταινία που βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Μάριο Πούτζο. Θεωρείται μία από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Από την ταινία έχει μείνει η φράση που είχε πει ο Δον "I'm going to make him an offer he can't refuse" η οποία και ψηφίστηκε ως η δεύτερη πιο αξιομνημόνευτη φράση στην ιστορία του κινηματογράφου.

Ο Σκοτεινός Ιππότης


Ο «Σκοτεινός Ιππότης», το σίκουελ του επιτυχημένου «Batman Begins», ενώνει και πάλι το σκηνοθέτη Κρίστοφερ Νόλαν με τον Κρίστιαν Μπέιλ, ο οποίος θα ενσαρκώσει για δεύτερη φορά τον μασκοφόρο εκδικητή και μεγιστάνα της Γκόθαμ, Μπάτμαν (Μπρους Γουέιν).
Στη νέα ταινία, ο Μπάτμαν θα βάλει ψηλότερα τον πήχη στον αγώνα για την πάταξη του εγκλήματος. Με την βοήθεια του Υπαρχηγού Τζιμ Γκόρντον και του Εισαγγελέα, Χάρβεϊ Ντεντ, θα επιχειρήσει να διαλύσει τις εναπομένουσες εγκληματικές οργανώσεις που μαστίζουν την πόλη. Η συνεργασία αποδεικνύεται αποτελεσματική, αλλά σύντομα, θα κληθούν να αντιμετωπίσουν ένα ανερχόμενο εγκληματικό μυαλό, γνωστό στους τρομοκρατημένους κατοίκους της Γκόθαμ, ως Τζόκερ.
Στην ταινία πρωταγωνιστούν, επίσης, οι Μάικλ Κέιν (Άλφρεντ), Χιθ Λέτζερ (Τζόκερ), Γκάρι Όλντμαν (Υπαρχηγος Τζιμ Γκόρντον), Άαρον Έκχαρτ (Εισαγγελέας Χάρβει Ντεντ/Διπρόσωπος), Μάγκι Τζίλενχαλ (Ρέιτσελ Ντόους) και Μόργκαν Φρίμαν (Λούσιους Φοξ).

Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010

Τιτανικός


Ο Τιτανικός (αγγλικά: Titanic) είναι δραματική, αισθηματική ταινία εποχής, παραγωγής 1997 σε σενάριο και σκηνοθεσία του Τζέιμς Κάμερον βασισμένη στο διασημότερο ναυάγιο όλων των εποχών, αυτό του υπερωκεάνιου Τιτανικός που βυθίστηκε στις 14 Απριλίου 1912.

Πρωταγωνιστούν οι Λεονάρντο Ντι Κάπριο και Κέιτ Γουίνσλετ. Η ταινία αφηγείται την ιστορία του Τζακ και της Ρόουζ, δύο νεαρά άτομα από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, που ερωτεύονται πάνω στο πλοίο ενώ αυτό κάνει το μοιραίο του ταξίδι. Παρ' όλο που οι δύο αυτοί κεντρικοί ήρωες είναι πλασματικοί, αρκετοί χαρακτήρες βασίζονται σε πραγματικούς ανθρώπους. Η Γκλόρια Στιούαρτ υποδύεται την ηλικιωμένη Ρόουζ που αφηγείται την ιστορία και ο Μπίλυ Ζέιν τον αρραβωνιαστικό της νεαρής Ρόουζ. Ο Κάμερον εμπνεύστηκε την ερωτική ιστορία με σκοπό να δεσμεύσει το κοινό με την πραγματική τραγωδία.

Η παραγωγή της ταινίας ξεκίνησε το 1995, όταν ο Κάμερον τράβηξε κάποια πλάνα από τον πραγματικό "Τιτανικό". Έτσι ξεκίνησε η ανακατασκευή του πλοίου και με ηλεκτρονικούς υπολογιστές αναδημιούργησαν το βύθισμα. Η ταινία χρηματοδοτήθηκε κυρίως από τη 20th Century Fox και την Paramount Pictures και μέχρι τότε ήταν η πιο ακριβή παραγωγή που έγινε ποτέ με προϋπολογισμό 200 εκατομμύρια δολάρια.

Ο Τιτανικός είχε αρχικά προγραμματιστεί να κυκλοφορήσει στις 2 Ιουλίου 1997, όμως λόγω καθυστέρησης στο post-production κυκλοφόρησε στις 19 Δεκεμβρίου 1997. Η ταινία αποδείχτηκε τεράστια καλλιτεχνική και εισπρακτική επιτυχία. Προτάθηκε για 14 βραβεία Όσκαρ κερδίζοντας 11 και έγινε η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία όλων των εποχών, έναν τίτλο που κράτησε 12 χρόνια, μέχρι την επόμενη ταινία του Κάμερον Άβαταρ που το ξεπέρασε.

Το 2012 αναμένεται η επανακυκλοφορία της ταινίας σε μορφή 3D.

Star Wars


Το σύμπαν του Πολέμου των Άστρων επίσημα έχει τεράστιο χρονολογικό εύρος και οι πρώτες ιστορίες που περιγράφονται είτε σε νουβέλες είτε σε κόμικς ξεκινάνε από το 5000 ΠΜΓ (Πριν τη Μάχη του Γιάβιν) και φτάνουν μέχρι και το 100ΜΜΓ (Μετά τη Μάχη του Γιάβιν) ενώ γίνονται αναφορές σε χρονολογίες δημιουργίας του σύμπαντος κοντά στο 7.500.000 ΠΜΓ. Οι ταινίες εξελλίσονται σε ένα πολύ μικρό μέρος αυτού, συγκεκριμένα από το 32 ΠΜΓ μέχρι το 4 ΜΜΓ, όπου εξιστορείται πρωτίστως η ζωή του Άνακιν Σκαϊγουώκερ και το πώς από Τζεντάι μετατρέπεται σε Νταρθ Βέιντερ αλλά τελικά βρίσκει την εξιλέωση σώζοντας τον γιο του από τον Ντάρθ Σίντιους.
Αρχικά ο Λούκας είχε γράψει ένα σενάριο το οποίο σκεφτόταν να το κάνει 9 ταινίες, τελικά όμως κατάφερε να φτιάξει 6. Έχει δηλώσει ότι δεν πρόκειται να βγει καινούρια ταινία Star Wars. Το 1977 λοιπόν με περιορισμένο προϋπολογισμό αποφάσισε από τις 9 ταινίες να ξεκινήσει με το κομμάτι του σεναρίου που περιγράφεται στην πρώτη ταινία που κυκλοφόρησε. Δημιούργησε έπειτα τη συνέχεια «Η Αυτοκρατορία Αντεπιτίθεται» το 1980 και τελείωσε την πρώτη τριλογία το 1983 με την «Επιστροφή των Τζεντάι». Έκτοτε δημιουργήθηκε και η παράδοση ότι κάθε ταινία απείχε από την επόμενη σε κυκλοφορία 3 χρόνια.
Αφού ολοκληρώθηκε στην ουσία το 2ο μέρος της ιστορίας, το 1999 ο Λούκας σκηνοθέτησε την «Αόρατη Απειλή» η οποία σηματοδότησε μια νέα τριλογία στα σκαριά, αυτή τη φορά όμως θα περιέγραφε γεγονότα πριν την πρώτη ταινία. Αυτομάτως λοιπόν η νέα επίσημη ονομασία των ταινιών άλλαξε σε Επεισόδιο 4, 5 και 6 αντιστοίχως. Ακολουθώντας την παράδοση των τριών χρόνων ανά ταινία, ο Λούκας σκηνοθέτησε την «Επίθεση των Κλώνων» το 2002 και το 2005 την «Εκδίκηση των Σιθ».



Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου 2010

Ηθοποιοί με τις περισσότερες υποψηφιότητες


Η Μέριλ Στριπ στα βραβεία Όσκαρ του 1989
.
Μέριλ Στριπ - 16 υποψηφιότητες (2 νίκες)
Τζακ Νίκολσον - 12 υποψηφιότητες (3 νίκες)
Κάθριν Χέπμπορν - 12 υποψηφιότητες (4 νίκες)
Μπέτι Ντέιβις - 11* υποψηφιότητες (2 νίκες)
Λόρενς Ολίβιε - 10 υποψηφιότητες (1 νίκη)
*Η Μπέτι Ντέιβις δεν είχε προταθεί κανονικά για Όσκαρ το 1934 για την ταινία Ανθρώπινη Δουλεία, η αντίδραση του τύπου γι' αυτή την παράλειψη ανάγκασε τα μέλη της ακαδημίας να την ψηφίσουν, παρόλα αυτά ήρθε τρίτη στην ψηφοφορία μετά τις Κλοντέτ Κολμπέρ που ήταν νικήτρια και τη Νόρμα Σίρερ

Ηθοποιοί με τα περισσότερα Όσκαρ

Ηθοποιοί με τα περισσότερα Όσκαρ
Η Κάθριν Χέμπορν στην ταινία Η Βασίλισσα της Αφρικής για την οποία κέρδισε υποψηφιότητα για Όσκαρ.
(Σε παρένθεση ο αριθμός υποψηφιοτήτων)
*Κάθε υποψηφιότητα κατέληξε σε βράβευση
4 Όσκαρ
Κάθριν Χέπμπορν (12)
3 Όσκαρ
Ίνγκριντ Μπέργκμαν (7)
Ουόλτερ Μπρένναν (4)
Τζακ Νίκολσον (12)
2 Όσκαρ
Ντένζελ Ουάσινγκτον (5)
Σέλλεϊ Γουίντερς (4)
Νταϊάν Γουίστ (3)
Μάικλ Κέιν (6)
Άντονι Κουίν (4)
Γκάρι Κούπερ (5)
Τζέσικα Λανγκ (6)
Τζακ Λέμον (8)
Βίβιαν Λι (2)*
Φρέντρικ Μαρτς (5)
Μάρλον Μπράντο (8)
Μέλβιν Ντάγκλας (3)
Μπέτι Ντέιβις (10)
Πίτερ Ουστίνοφ (3)
Σον Πεν (5)
Λουίζ Ράινερ (2)*
Τζέισον Ρόμπαρντς (3)
Μάγκι Σμιθ (6)
Χίλαρι Σουάνκ (2)*
Κέβιν Σπέισι (2)*
Μέριλ Στριπ (16)
Ελίζαμπεθ Τέιλορ (5)
Γκλέντα Τζάκσον (4)
Σπένσερ Τρέισι (9)
Σάλι Φιλντ (2)*
Τζέιν Φόντα (7)
Τζόντι Φόστερ (4)
Ρόμπερτ Ντε Νίρο (6)
Ολίβια Ντε Χάβιλαντ (5)
Τζιν Χάκμαν (5)
Τομ Χάνκς (5)
Έλεν Χέιζ (2)*
Ντάστιν Χόφμαν (7)

Ταινίες με τα περισσότερα Όσκαρ,Ταινίες με τις περισσότερες υποψηφιότητες

Ταινίες με τα περισσότερα Όσκαρ

11 Όσκαρ
  • Μπεν Χουρ (Ben-Hur), 1959 (12 υποψηφιότητες)
  • Τιτανικός (Titanic), 1997 (14 υποψηφιότητες)
  • Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών: Η Επιστροφή του Βασιλιά (The Lord of the Rings: The Return of the King), 2003 (11 υποψηφιότητες)
10 Όσκαρ
  • West Side Story, 1961 (11 υποψηφιότητες)
9 Όσκαρ
  • Ζιζί (Gigi), 1958 (9 υποψηφιότητες)
  • Ο Tελευταίος Aυτοκράτορας (The Last Emperor), 1987 (9 υποψηφιότητες)
  • Ο Άγγλος Ασθενής (The English Patient), 1996 (12 υποψηφιότητες)


Ταινίες με τις περισσότερες υποψηφιότητες

14 υποψηφιότητες
  • Όλα για την Εύα (All About Eve), 1950 (6 βραβεία)
  • Τιτανικός (Titanic), 1997 (11 βραβεία)
13 υποψηφιότητες
  • Όσα Παίρνει ο Άνεμος (Gone With The Wind), 1939 (8 βραβεία συν ένα Ειδικό και ένα Τεχνικό)
  • Όσο υπάρχουν άνθρωποι (From Here to Eternity), 1953 (8 βραβεία)
  • Μαίρη Πόππινς (Mary Poppins), 1964 (5 βραβεία)
  • Ποιος Φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ (Who's Afraid of Virginia Woolf?), 1966 (5 βραβεία)
  • Φόρεστ Γκαμπ (Forrest Gump), 1994 (6 βραβεία)
  • Ερωτευμένος Σαίξπηρ (Shakespeare in Love), 1998 (7 βραβεία)
  • Ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών: Η Συντροφιά του Δαχτυλιδιού (The Lord of the Rings: The Fellowship of the Ring), 2001 (4 βραβεία)
  • Σικάγο (Chicago), 2002 (6 βραβεία)
  • Η Απίστευτη Ιστορία του Μπέντζαμιν Μπάτον (The Curious Case of Benjamin Button) 2008 (3 βραβεία)

Κατηγορίες



  • Καλύτερη ταινία
  • Α' Ανδρικός ρόλος
  • Α' Γυναικείος ρόλος
  • Β' Ανδρικός ρόλος
  • Β' Γυναικείος ρόλος
  • Καλύτερη σκηνοθεσία
  • Καλύτερο διασκευασμένο σενάριο
  • Καλύτερο πρωτότυπο σενάριο
  • Καλύτερη ξενόγλωσση ταινία
  • Καλύτερα σκηνικά
  • Καλύτερη φωτογραφία
  • Καλύτερα κοστούμια
  • Καλύτερο ντοκυμαντέρ
  • Καλύτερο ντοκυμαντέρ μικρού μήκους
  • Καλύτερο μοντάζ
  • Καλύτερο μακιγιάζ
  • Καλύτερη μουσική επένδυση
  • Καλύτερο τραγούδι
  • Καλύτερη ταινία κινουμένων σχεδίων
  • Καλύτερη ταινία κινουμένων σχεδίων μικρού μήκους
  • Καλύτερη ταινία μικρού μήκους
  • Καλύτερος ήχος
  • Καλύτερα ηχητικά εφέ
  • Καλύτερα οπτικά εφέ
  • Τιμητικό Όσκαρ

Τι είναι τα βραβεία Όσκαρ;


Τα Όσκαρ (αγγλικά: Oscar ή Academy Awards, που είναι και η επίσημη ονομασία τους) είναι τα σημαντικότερα κινηματογραφικά βραβεία. Απονέμονται από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, η οποία το 2009 αριθμεί περίπου 6000 μέλη με δικαίωμα ψήφου.

Το Όσκαρ είναι ένα επιχρυσωμένο αγαλματίδιο από χαλκό και κασσίτερο, έχει ύψος 34εκ., ζυγίζει περίπου 4 κιλά και το σχεδίασε ο Τζορτζ Στάνλεϊ. Πρόκειται για έναν γυμνό άνδρα, ο οποίος καρφώνει ένα ξίφος σε μια μπομπίνα που έχει πέντε ακτίνες. Οι πέντε ακτίνες είναι για κάθε κλάδο της Ακαδημίας δηλαδή για τους παραγωγούς, τους σκηνοθέτες, τους σεναριογράφους, τους ηθοποιούς και τους τεχνικούς. Για το όνομα του αγαλματιδίου έχουν ακουστεί αρκετά, ενώ εκείνη η εκδοχή που ακούγεται σαν πιο πιθανή είναι ότι μία υπάλληλος της ακαδημίας ονόματι Μάργκαρετ Χέρικ μόλις είδε το βραβείο είπε ότι μοιάζει σαν τον θείο της τον Όσκαρ.

Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2010

Έγχρωμος κινηματογράφος

Οι πρώτες έγχρωμες ταινίες εμφανίστηκαν σχεδόν την ίδια εποχή με τις πρώτες ομιλούσες. Μετά το 1927, οπότε και για την εισαγωγή ήχου απαιτήθηκε η υιοθέτηση ενός σταθερού ρυθμού προβολής, που ορίστηκε στα 24 καρέ ανά δευτερόλεπτο, άρχισαν οι πρώτες συστηματικές προσπάθειες για την προσθήκη χρώματος. Το πρώτο καταγεγγραμένο έγχρωμο εμπορικό φιλμ με φυσικά χρώματα, είναι μια οχτάλεπτη βρετανική παραγωγή του 1908, το «A Visit to the Seaside» με σκηνοθέτη τον Τζορτζ Άλμπερτ Σμιθ (George Albert Smith), βασισμένο στην τεχνική Kinemacolor. Στην ιστορία έχουν περάσει όμως, δυο άλλες ταινίες ως οι πρώτες έγχρωμες, μάλλον λόγω της δημοφιλίας τους: «Ο μάγος του Οζ» (The Wizard of Oz) και το «Όσα παίρνει ο άνεμος» (Gone with the wind), οι οποίες προβλήθηκαν και οι δυο το 1939.

Είχαν προηγηθεί βέβαια από το 1905 κάποιες ταινίες με χρώμα, στις οποίες όμως τα καρέ χρωματίζονταν με το χέρι ένα προς ένα, όπως έκανε ο Γάλλος σκηνοθέτης Μελιές. Οι μέθοδοι αυτοί εγκαταλείφθηκαν όταν τα φιλμ άρχισαν να μεγαλώνουν σε διάρκεια, ενώ έγινε πρακτικά αδύνατη η εφαρμογή τους, όταν άρχισαν να παράγονται και να πωλούνται περισσότερες από μία κόπιες της κάθε ταινίας. Εμφανίστηκαν κάποιες μηχανοποιημένες μέθοδοι χρωματισμού, αλλά και πάλι το αποτέλεσμα δεν ήταν πολύ καλό, ενώ το κόστος τους ήταν μεγάλο.

Η λύση στο πρόβλημα της προσθήκης χρώματος ήταν απλή στη θεωρία και γνωστή ήδη από τα 1855: έπρεπε να υπάρχουν 3 φιλμ, ένα για κάθε βασικό χρώμα. Στην πράξη όμως κάτι τέτοιο δεν ήταν εφικτό, λόγω της αδυναμίας να γυριστούν ταυτόχρονα οι ίδιες σκηνές με τα ίδια καρέ 3 φορές.

Το 1906 εμφανίστηκε μια πολύ έξυπνη μέθοδος, η Kinemacolor, σύμφωνα με την οποία τα τρία βασικά χρώματα συμπτήχθηκαν σε 2 και χωρέσανε σε ένα φιλμ που έτρεχε με τη διπλάσια από την τότε επικρατούσα ταχύτητα, δηλαδή 32 καρέ ανά δευτερόλεπτο και έπαιρνε εναλλάξ πληροφορίες για καθένα από τα δύο φάσματα χρώματος. Κατά την προβολή του με ταχύτητα 16 καρέ ανά δευτερόλεπτο εμφανιζόταν λόγω της καθυστέρησης της ανθρώπινης όρασης όλα τα χρώματα. Σε σκηνές με πολύ δράση όμως το εφέ δεν κρατούσε και τα χρώματα χαλούσαν, ενώ εμφανιζόταν πολλά αντικείμενα διπλά.

Το 1919 εμφανίστηκε η πρώτη συνθετική μέθοδος, με την ονομασία Prizmacolor, όπου το φιλμ είχε χρωματικές πληροφορίες και στις δύο του όψεις. Η τεχνική αυτή χρησιμοποιούνταν σε παραγωγές χαμηλού προϋπολογισμού μέχρι και το 1950, αλλά τελειοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό ήδη από το 1922 και τη μέθοδο Technicolor, η οποία ενσωμάτωνε 2 επιφάνειες φιλμ σε μια χοντρή, ενώ το 1928 οι 2 επιφάνειες έγιναν μπλέον μία. Σε αυτήν καταγράφονταν μέσα από ένα φακό κάμερας μέσω πρισμάτων και τεχνικών διαχωρισμού οι διαφορετικές πληροφορίες των τριών φασμάτων του χρώματος.

Η τελειοποίηση της μεθόδου ήρθε το 1941 με την ονομασία Monopack Technicolor, από το οποίο διχωριζόταν τα χρώματα και εμφανιζόταν σε ένα τελικό φιλμ. Η μέθοδος είχε πολύ καλά αποτελέσματα, αλλά εξακολουθούσε λόγω των πολύπλοκων σταδίων διαχωρισμού και εμφάνισης να είναι πολύ ακριβή.

Εν τω μεταξύ από το 1936 είχε εμφανιστεί το έγχρωμο αρνητικό από τη Γερμανική εταιρία Agfa, ενώ μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και η εταιρία Eastman Kodak έβγαλε στην αγορά το έγχρωμο αρνητικό φιλμ, που δεν απαιτούσε τη διαδικασία διαχωρισμού, όπως η Technicolor.

Αυτό σε συνδιασμό με την εξάπλωση και κυριαρχία της κινηματογράφισης Cinemascope (αναλογία εικόνας 2,35 φάρδος προς 1 ύψος, πρώτη ταινία γυρισμένη σε Cinemascope «Ο Χιτών» το 1953) τη δεκαετία του 1950, η οποία δεν ήταν συμβατή με τις μεθόδους λήψης Technicolor, ανάγκασε την εταιρία να εγκαταλείψει τη μέθοδο οριστικά τη δεκαετία του 1970.

Οι ταινίες Technicolor ωστόσο είναι οι μόνες όπου τα χρώματα παραμένουν αναλλοίωτα στο χρόνο, σε αντίθεση με τα συμβατικά φιλμ, όπου τα χρώματά τους αλλοιώνονται μετά από 7 χρόνια.

Αν και μέχρι τη δεκαετία του 1950, η παραγωγή έγχρωμων ταινιών μειοψηφούσε, κατά τη δεκαετία του 1960 και χάρη στην ανάπτυξη της σχετικής τεχνολογίας, ο έγχρωμος κινηματογράφος επικράτησε.

Ομιλών κινηματογράφος




Η ιδέα του συνδυασμού κίνησης με εικόνες που καταγράφονται σε συνδιασμό με ήχο, είναι σχεδόν τόσο παλιά όσο και η ίδια η έννοια του κινηματογράφου. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο κινηματογράφος παρέμενε χωρίς ήχο (βουβός κινηματογράφος) και συχνά οι προβολές ταινιών συνοδεύονταν από ζωντανή μουσική.
Μια πρώτη προσπάθεια, προβολής εικόνας με συγχρονισμένο ήχο έγινε το 1900 στο Παρίσι, αλλά τα αποτελέσματα ήταν μάλλον απογοητευτικά.
Τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετώπιζαν αυτές οι προσπάθειες, ήταν κυρίως τρία:
1. Αδυναμία πλήρους συγχρονισμού εικόνας και ήχου.
2. Αδυναμία ελέγχου της έντασης του ήχου. Ενώ η εικόνα μπορούσε να μεγαλώσει και να προβληθεί σε μεγάλους χώρους, δεν συνέβαινε το ίδιο και με τον ήχο, καθώς απουσίαζε ο ενισχυτής που θα έδινε αυτή την δυνατότητα.
3. Κακή ποιότητα και πιστότητα ήχου. Τα πρωτόγονα συστήματα της εποχής που εγγράφονταν και παράγονταν ο ήχος, πολύ χαμηλής ποιότητας, υποχρέωναν τους καλλιτέχνες να στέκονται σε δυσκίνητες συσκευές ηχογράφησης, κάτι το οποίο επέβαλλε και αυστηρά όρια για το είδος της ταινίας που θα μπορούσε να δημιουργηθεί με «ζωντανό» εγγεγραμμένο ήχο.

Οι επόμενες προσπάθειες που ακολούθησαν, είχαν περιορισμένη εμπορική επιτυχία, καθώς δεν βελτίωναν σε σημαντικό βαθμό τις υπάρχουσες δυσκολίες.

Το 1919, θα καταγραφεί η πρώτη σοβαρή προσπάθεια για ενσωμάτωση και συγχρονισμό του ήχου στο κινηματογραφικό φιλμ, από τον Αμερικανό εφευρέτη Λι Nτε Φόρεστ (Lee De Forest). Τα επόμενα 4 χρόνια, η ευρεσιτεχνία του θα βελτιωθεί περαιτέρω με την βοήθεια εξοπλισμού ενός άλλου Αμερικανού εφευρέτη, του Τίοντορ Κέις (Theodore Case).

Τον Απρίλιο του 1923 στην Νέα Υόρκη, με βάση την τεχνολογία του Φόρεστ, γίνονται οι πρώτες προβολές εμπορικών ταινιών με πλήρως συγχρονισμένο ήχο.

Παράλληλα μ’ αυτές τις βελτιώσεις του ήχου και την καταγραφή του στο κινηματογραφικό φιλμ, κάποιες εταιρείες προσπαθούσαν να δημιουργήσουν και να βελτιώσουν τις τεχνικές καταγραφής σε φωνογραφικό δίσκο, ο οποίος συνδεόμενος μηχανικά με έναν ειδικό κινηματογραφικό προβολέα, θα επέτρεπε την προβολή ταινίας με συγχρονισμένο ήχο. Η τεχνική αυτή εφαρμόστηκε στην ταινία του Γκίφιθ «Dream Street», το 1921, αλλά τα αποτελέσματα δεν ήταν ικανοποιητικά και το εγχείρημα απέτυχε.

Ουσιαστικά, η ιστορία του ηχογραφημένου κινηματογραφικού ήχου ξεκίνησε το 1926, όταν η Warner Brothers παρουσίασε μία συσκευή (Vitaphone), η οποία έδινε τη δυνατότητα αναπαραγωγής μουσικής, μέσω ενός δίσκου που συγχρονιζόταν με την μηχανή προβολής της ταινίας. Τον Αύγουστο του 1926, προβλήθηκε η τρίωρη ταινία «Δον Ζουάν», η οποία περιήχε μουσική επένδυση και ηχητικά εφέ, αλλά καθόλου διάλογους.

Βασισμένη σε αυτή τη νέα τεχνολογία, τον Οκτώβριο του 1927, αφού λίγους μήνες πριν είχαν μεσολαβήσει κι άλλες παρόμοιες προσπάθειες από άλλες εταιρείες, η Warner Brothers κυκλοφόρησε την πρώτη ταινία μεγάλου μήκους, «The Jazz Singer», η οποία αν και κατά το μεγαλύτερο μέρος της ήταν βουβή, υπήρξε η πρώτη που περιείχε διαλόγους.

Στην Ευρώπη, η πρώτη αξιόλογη προσπάθεια εισαγωγής ήχου στον κινηματογράφο, σημειώνεται στις 16 Ιανουαρίου 1929, με την γερμανική παραγωγή «Φιλώ το χέρι σας κυρία μου» (Ich küsse Ihre Hand, Madame), η οποία όμως δεν περιήχε διαλόγους. Η πρώτη ευρωπαϊκή εν μέρει «ομιλούσα» ταινία θεωρείται η «The Clue of the New Pin», βρετανικής παραγωγής και παρουσιάστηκε τον Μάρτιο του 1929.

Ο κινηματογράφος στην Ευρώπη – Οι πρώτες ταινίες



Οι Λιμιέρ ήταν ιδιοκτήτες ενός εργοστασίου στη Γαλλία, το οποίο κατασκεύαζε φωτογραφικές πλάκες και διάφορα άλλα φωτογραφικά είδη. O Αντουάν Λιμιέρ (Antoine Lumière), πατέρας των εφευρετών του κινηματογράφου Λουί και Ογκί, ήταν ζωγράφος. Βιοποριστικοί λόγοι τον ανάγκασαν να ασχοληθεί με την παραγωγή και διακίνηση φωτογραφικών υλικών. Αυτή του η ενασχόληση όμως αποκάλυψε και ένα γνήσιο επιχειρηματικό πνεύμα. Τα παιδιά του φρόντισε να έχουν καλή τεχνική εκπαίδευση και κατάρτιση. Και σύντομα ο πιο μεγάλος ο Λουί έγινε το δεξί του χέρι.

Στην έκθεση του Παρισιού το 1894, ο Αντουάν Λιμιέρ ήταν καλεσμένος στην παρουσίαση του κινητοσκοπίου του Έντισον. Αμέσως του τράβηξε το ενδιαφέρον αυτή η συσκευή και αγόρασε μια. Γυρνώντας στην Λυών συγκάλεσε οικογενειακό συμβούλιο και προκάλεσε τους γιούς του να βελτιώσουν τη μηχανή του Έντισον. Πράγματι ο Λουί έβαλε γρήγορα σε εφαρμογή τις ιδέες του με την βοήθεια των μηχανικών της εταιρίας του. Μέσα σε ένα μόλις χρόνο οι Λιμιέρ είχαν έτοιμη την πρώτη κινηματογραφική μηχανή λήψης και προβολής και μια πατέντα καταχωρημένη για την εφεύρεση τους με το όνομα «Κινηματογράφος» (Cinematographe). Τον κινηματογράφο αποτελούσε μία φορητή κινηματογραφική μηχανή, λήψεως, εκτύπωσης και προβολής του φιλμ, που εμφάνιζε σε οθόνη εικόνες με ρυθμό 16 καρέ ανά δευτερόλεπτο. Η εφεύρεση των αδελφών Λιμιέρ, πέραν αυτών των πλεονεκτημάτων έναντι του κινητοσκοπίου και του κινητογράφου, διέθετε και ένα επιπλέον βασικό προσόν: το βάρος της ήταν μόλις 20 κιλά, κάτι που την έκανε πολύ πιο πρακτική και φορητή, σε σχέση με τα 500 κιλά που ζύγιζε ο κινητογράφος. Οι δυο αδελφοί που είχαν ασχοληθεί αρκετά χρόνια με την έρευνα της φωτογραφίας και των προοπτικών της. Μόλις πήραν την αναγνώριση της ευρεσιτεχνίας τους για την κινηματογραφική μηχανή αποφάσισαν να κάνουν την πρώτη παράσταση, για να δει το κοινό το νέο επιστημονικό θαύμα. Είναι αμφίβολο αν οι ίδιοι οι Λιμιέρ είχαν συλλάβει τη σημασία της εφεύρεσής τους, καθώς ήταν της άποψης ότι «ο κινηματογράφος είναι μια εφεύρεση χωρίς μέλλον».

Στις 28 Δεκεμβρίου του 1895, έκαναν και την πρώτη δημόσια προβολή, στο ινδικό σαλόνι του Grand Cafe στο Παρίσι. Η ημερομηνία αυτή αναφέρεται από πολλούς ως η επίσημη ημέρα που ο κινηματογράφος με την σημερινή του γνωστή μορφή έκανε την εμφάνισή του. Εκείνη τη δημόσια προβολή παρακολούθησαν συνολικά 35 άτομα επί πληρωμή και προβλήθηκαν δέκα ταινίες συνολικής διάρκειας περίπου δεκαπέντε λεπτών. Μια απ’ αυτές, τις πρώτες, ολιγόλεπτες ταινίες ήταν και «Η έξοδος των εργατών από το προαύλιο του εργοστασίου Lumiere». Στην ταινία «Η είσοδος του τρένου στο σταθμό» μια ατμομηχανή έρχονταν από το βάθος της οθόνης, «ορμούσε» προς τους θεατές και τους έκανε να αναπηδούν από τον φόβο μήπως τους πατήσει. Ταύτιζαν έτσι τη δική τους οπτική αντίληψη μ’ εκείνη της κινηματογραφικής μηχανής: Ο φακός γινόταν έτσι, για πρώτη φορά ένα πρόσωπο του δράματος.

Το θέμα, όμως των Λιμιέρ δεν εντυπωσίαζε και πολύ τους συντάκτες των σοβαρών εφημερίδων. Ένας από τους λόγους, όμως που προκάλεσε την δυσφορία πολλών για το νέο είδος θεάματος ήταν το γεγονός ότι ο κινηματογράφος αποτελούσε γι’ αυτούς μια εμπειρία τρόμου. Πολλοί απ’ τους παριστάμενους όμως ενθουσιάζονται και οι προσφορές στους Λιμιέρ, για να πουλήσουν την εφεύρεση τους έρχονται η μια μετά την άλλη. Στις επόμενες μέρες νοικιάζεται και μια διπλανή αίθουσα για να χωρέσει τους θεατές. Οι Λιμιέρ σύντομα εγκαινιάζουν κινηματογράφους σε όλες τις μεγάλες ευρωπαικές πρωτεύουσες. Εκατοντάδες μιμητές έρχονται να τους αντιγράψουν, αλλά και να βελτιώσουν την εφεύρεση τους. Η λέξη κινηματογράφος και τα παραγωγά της καθιερώνονται παγκόσμια για το καινούργιο θέαμα.

Γενικά, οι πρώτες κινηματογραφικές ταινίες ήταν μικρής διάρκειας, παρουσιάζοντας συνήθως στατικά, μία σκηνή της καθημερινότητας. Αποτελούνταν συνήθως από ένα μοναδικό πλάνο που κάδραρε μια δράση, ως επί το πλείστον σε απόσταση γενικού πλάνου. Στο πρώτο κινηματογραφικό στούντιο, τη «Μαύρη Μαρία» του Έντισον, ηθοποιοί του βαριετέ, φημισμένοι αθλητές και διασημότητες έπαιζαν για την κά­μερα. Ένα μέρος της σκεπής στερεωμένο με μεντεσέδες άνοιγε για να μπει λίγος ήλιος, και ολόκληρο το κτίριο περιστρεφόταν πάνω σε μια κυκλική σιδηροτροχιά ώστε να ακολουθεί την κίνηση του ήλιου. Οι Λιμιέρ, από την άλλη μεριά, κουβαλούσαν τη δική τους κάμερα έξω στα πάρκα, στους κήπους, στις παραλίες και σε άλλους δημόσιους χώρους για να κινηματογραφήσουν τις καθημερινές δραστηριότητες ή τα γεγονότα της ημέρας, όπως στην ταινία τους «Η άφιξη του τρένου στο σταθμό Λα Σιοτά». Το 1896 θα γυρίσουν τουλάχιστον 40 ταινίες, με θέμα κυρίως την καθημερινή ζωή στη Γαλλία, ενώ θα αρχίσουν να εκπαιδεύουν εικονολήπτες, που θα τους στείλουν σε διάφορα μέρη του κόσμου, για να προβάλλουν ταινίες, αλλά και για να γυρίσουν εκεί άλλες.

Είχαν προηγηθεί αρκετές δημόσιες προβολές, ανάμεσα τους και μια τον Νο­έμβριο του ίδιου έτους, από τον Γερμανό εφευρέτη Μαξ Σκλαντανόφσκι. Αλλά η ογκώδης μηχανή του Σκλαντανόφσκι χρειαζόταν δύο λωρίδες φιλμ μεγάλου πλά­τους να τρέχουν ταυτοχρόνως, και άσκησε έτσι μικρότερη επίδραση στην μετέ­πειτα εξέλιξη του κινηματογράφου. Παρόλο που οι αδελφοί Λιμιέρ δεν εφηύραν τον κινηματογράφο, καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό την ειδική μορφή που θα έπαιρνε το νέο μέσο. Ο ίδιος ο Έντισον έμελλε να εγκαταλείψει σύντομα τα κινητοσκόπια και να ιδρύσει τη δική του εταιρεία παραγωγής προκειμένου να φτιάχνει ται­νίες για τις κινηματογραφικές αίθουσες.

Το 1896 ένας από τους εικονολήπτες των Λιμιέρ,ο Προμιό, βρέθηκε στη Βενετία. Πηγαίνοντας με την γόνδολα στο ξενοδοχείο και βλέποντας το ξετύλιγμα της όχθης πλάι στο πλοιάριό του, σκέφτηκε πως αν ο κινηματογράφος επέτρεπε να αναπαράγει τα κινητά αντικείμενα θα μπορούσε ν’αναπαράγει με τη βοήθεια του κινητού κινηματογράφου, τ’ ακίνητα αντικείμενα. Τοποθέτησε δηλαδή στην φαντασία του την κάμερα στην θέση της γόνδολας και προβληματίστηκε για την πιθανότητα ν’αρχίζει να κινείται η πρώτη και να μην είναι απλώς ακίνητη όπως συνέβαινε μέχρι τότε. Για πρώτη φορά ο φακός αποκτούσε κίνηση. Γυρίστηκαν εικόνες από τρένα, από κρεμαστά βαγόνέττα, από αερόστατα, κλπ.

Μέχρι περίπου το 1903, οι περισσότερες ταινίες έδειχναν θεαματικές τοποθε­σίες η αξιοπρόσεχτα συμβάντα, άλλα και η αφηγηματική μορφή εισήλθε επίσης από την αρχή στον κινηματογράφο. Ο Έντισον έστηνε κωμικές σκηνές, όπως εκείνη την οποία πατεντάρισε το 1893 και έδειχνε έναν μεθυσμένο να παλεύει για λίγο με έναν αστυνομικό. Οι Λιμιέρ είχαν επιτυχία με την ταινία «Ο ποτιστής ποτίζεται» (L’ Arroseurarrose, 1895), που ήταν κι αυτή μια κωμική σκηνή στην οποία ένα αγόρι ξεγελάει έναν κηπουρό και τον καταφέρνει να καταβρέξει τον εαυτό του με μια μάνικα.

Μετά την αρχική επιτυχία του νέου μέσου, οι κινηματογραφιστές έπρεπε να βρουν πιο σύνθετες ή ενδιαφέρουσες μορφικές ποιότητες για να κρατήσουν το ενδιαφέρον του κοινού. Οι Λιμιέρ έστελναν εικονολήπτες σε όλον τον κόσμο για να δείξουν ταινίες και να κινηματογραφήσουν σημαντικά γεγονότα και εξωτικές τοποθεσίες. Αλλά, αφού γύρισαν έναν τεράστιο αριθμό ταινιών τα πρώτα χρόνια, η απόδοση των Λιμιέρ μειώθηκε, και σταμάτησαν τελείως να κάνουν ταινίες το 1905.


Η προϊστορία του κινηματογράφου



Από την αρχή σχεδόν της εμφάνισής του στη Γη, ο άνθρωπος προσπάθησε να απεικονίσει, να αναλύσει την κίνηση. Σε σπηλαιογραφίες που βρέθηκαν στην Αλταμίρα της Ισπανίας, και χρονολογούνται 35.000 χρόνια πριν, αναπαρίστανται βίσωνες σε κίνηση! Για να το πετύχει αυτό ο άγνωστος πρόγονός μας χρησιμοποίησε ένα εκπληκτικό εύρημα. Αναπαράστησε τα ζώα …με οκτώ πόδια, αντί για τέσσερα, δείχνοντας έτσι την κίνηση μέσα από την ακινησία. Με μία δόση, επιτρεπόμενης αυθαιρεσίας, μπορούμε να πούμε πως αυτό ήταν το πρώτο βήμα προς τον κινηματογράφο. Με το πέρασμα του χρόνου, ο άνθρωπος ποτέ δεν εγκατέλειψε την ιδέα εκείνη, δηλαδή της ανάλυσης της κίνησης.

Μια τέτοια προσπάθεια είναι και το «Θέατρο Σκιών», το οποίο, μάλιστα, έχει και δύο κοινά στοιχεία με τον κινηματογράφο: Μία φωτεινή πηγή και μία οθόνη. Η διαφορά βρίσκεται στο γεγονός πως η φωτεινή πηγή βρίσκεται τοποθετημένη πίσω από την οθόνη, σε αντίθεση με τον κινηματογράφο, που βρίσκεται μέσα στην κινηματογραφική μηχανή προβολής, η οποία είναι τοποθετημένη απέναντι από την οθόνη.

Οι προσπάθειες για καταγραφή της κίνησης, ή για την δημιουργία ψευδαίσθησης κίνησης, είχαν ξεκινήσει αρκετά χρόνια πριν την εφεύρεση των κινηματογραφικών μηχανών. Μια πρώτη απόπειρα έγινε με τις κινούμενες ζωγραφιές. Τα οπτικά αυτά φαινόμενα ήταν γνωστά ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα. Εμφανίστηκαν μάλιστα διάφορες συσκευές για την προβολή του και τη δημιουργία της ψευδαίσθησης της κίνησης, όπως το ζουτρόπιο το 1834. Για να δημιουργήσουν την ψευδαίσθηση της κίνησης, οι φωτογραφημένες εικό­νες πρέπει να εμφανιστούν σε γρήγορη διαδοχή. Για να προετοιμαστούν και να παρουσιαστούν στη σωστή ταχύτητα, είναι απαραίτητες ορισμένες τεχνολογίες. Το βασικότερο είναι ότι πρέπει να υπάρχει ένας τρόπος καταγραφής μιας μακράς σειράς από εικόνες πάνω σε κάποιο είδος υποστρώματος. Καταρχήν θα μπορούσε κανείς να σχεδιάσει μια σειρά εικόνες πάνω σε μια λωρίδα χαρτιού ή σε ένα δίσκο. Μέχρι όμως την ανακάλυψη της φωτογραφίας (1826), οι εικόνες αυτές δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ζωγραφιές και όχι ακριβείς παραστάσεις του πραγματικού κόσμου.

Οι πρώιμες φωτογραφίες απαιτούσαν μακροχρόνια έκθεση (στην αρχή ώρες, αργότερα λεπτά) για μια μοναδική εικόνα, αυτό καθιστούσε τις φωτογραφημένες κινούμενες εικόνες, που χρειάζονται δώδεκα ή περισσότερα καρέ το δευτερόλεπτο, αδύνατες. Η γρηγορότερη έκθεση, περίπου 1/25 του δευτερολέπτου, έγινε εφικτή γύρω στη δεκαετία του 1870, αλλά μόνο πάνω σε γυάλινες πλάκες. Οι γυάλινες πλάκες δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθούν για κινούμενες εικόνες αφού δεν υπήρχε πρακτικός τρόπος να καταφέρει κανείς να περάσουν μέσα από μια κάμερα ή από μια μηχανή προβολής.

Ο διακριμένος αστρονόμος Φάιν πέτυχε να κατασκευάσει το 1874 ένα μηχάνημα που αποτύπωνε την κίνηση των αστέρων με διαδοχικές φωτογραφίες. Σχεδόν ταυτόχρονα ο Γιάνσεν εφεύρε μια μηχανή που καθόριζε κάθε στιγμή τις διαδοχικές θέσεις ενός πλανήτη και την ονόμασε χαρακτηριστικό φωτογραφικό περίστροφο. Τούτο αποτέλεσε την αφετηρία για τη φωτογράφηση των αστραπιαίων κινήσεων, που πραγματοποιήθηκε αργότερα.

Υπήρξαν, όμως και άλλα λαϊκά μέσα διασκέδασης που παρουσιάζονταν κυρίως σε πανηγύρια, τα οποία προσπαθούσαν να απεικονίσουν την κίνηση. Μάλιστα, με ένα από αυτά, το μαγικό φανό, επιτεύχθηκε για πρώτη φορά η προβολή εικόνων σε οθόνη, χωρίς όμως κίνηση. Μία μορφή κίνησης είχαμε με το φαινακιτοσκόπιο, το οποίο εφηύρε ο φυσικός Ζοζέφ Πλατό, καθώς και από το πραξινοσκόπιο, του Εμίλ Ρεϊνό.

Ακόμα όμως και μετά την ανακάλυψη της φωτογραφίας και του αρνητικού φιλμ ο δρόμος για τον κινηματογράφο ήταν μακρύς, καθώς έπρεπε να βρεθεί ένας τρόπος γρήγορης διαδοχικής έκθεσης πολλών αρνητικών και κατόπιν ένας αντίστοιχα γρήγορος τρόπος προβολής τους. Τις λειτουργίες αυτές πραγματοποιούν, όπως γίνεται αντιληπτό οι κάμερες αφενός και οι μηχανές προβολής αφετέρου. Η πορεία που ακολουθήθηκε προς τη σύνθεση κινούμενων εικόνων ήταν αντίστροφη: κάποιοι στράφηκαν στην έρευνα για τη δημιουργία μιας υποτυπώδους κάμερας όχι για να συνθέσουν κίνηση, αλλά για να την αποσυνθέσουν σε πολλές στατικές εικόνες.

Στο πλαίσιο αυτό ο κυβερνήτης της Καλιφόρνια, Λίλαντ Στάνφονρτν (Leland Stanford), παθιασμένος με τα αγωνιστικά άλογα, ανέθεσε το 1877 στον Έντουαρντ Μάιμπριτζ (Edward Muybridge), φωτογράφο, που είχε στο μεταξύ τα προηγούμενα 5 χρόνια αναπτύξει μεθόδους διαδοχικής φωτογράφισης, να αποσυνθέσει τον καλπασμό ενός αγωνιστικού αλόγου, θέλοντας να αποδείξει, ότι κατά τη διάρκεια του γρήγορου καλπασμού υπάρχουν στιγμές που κανένα από τα τέσσερα πόδια του δεν έχει επαφή με το έδαφος. Έτσι και έγινε στο Σακραμέντο το 1877, με τη βοήθεια μιας συστοιχίας 12 φωτογραφικών μηχανών, ο καλπασμός του αλόγου αποσυντέθηκε σε πολλά καρρέ και ο κυβερνήτης επαληθεύτηκε. Αυτό που ο Μάιμπριτζ κατάφερε με 12 μηχανές, ο Γάλλος φυσιολόγος Ετιέν Ζυλ Μαρέ (Etienne-Jules Marey) το πέτυχε χρησιμοποιώντας μόνο μία σε σχήμα ντουφεκιού, που μπρούσε να καταγράψει 12 καρρέ σε ένα δευτερόλεπτο, για να καταφέρει να καταγράψει και στη συνέχεια να αναλύσει και να αποσυνθέσει το πέταγμα πουλιών.

Ο επόμενος κρίκος στην εξέλιξη ήταν η εφεύρεση του φιλμ από ένα πολύ εύφλεκτο εκρηκτικό, το σελιλόιντ, που κατάφερε το 1887 ο Χάνιμπαλ Γκούντγουιν (Hannibal Goodwin). Η ιδέα του υιοθετήθηκε ένα χρόνο μετά από το βιομήχανο ιδρυτή της Κόντακ, Τζορτζ Ίστμαν, ο οποίος προχώρησε σε μαζική παραγωγή, σύμφωνα με τις προδιαγραφές του Έντισον: 35 χιλιοστά φάρδος με δύο σειρές τρύπες αριστερά και δεξιά. Η εικόνες που φιλοξενούσε το φιλμ στο κέντρο του είχαν φάρδος 2,5 εκατοστά και ύψος 1,875 εκατοστά ενώ καθένα από τα καρέ αυτά είχε αριστερά και δεξιά του από 4 τρύπες. Μόλις αυτή η βάση βελτιώθηκε και επινοήθηκαν μηχανισμοί για την κάμερα που να τραβούν το φιλμ μπροστά από το φακό και να το εκθέτουν στο φως, η δημιουργία μιας μακράς σειράς καρέ έγινε δυνατή.

Οι μηχανές προβολής υπήρχαν από πολλά χρόνια πριν και χρησιμοποιούνταν για την προβολή διαφανειών και για άλλα θεάματα σκιών. Αυτοί οι «μαγικοί φανοί» τροποποιήθηκαν με την προσθήκη φωτοφρακτών, μανιβέλας και άλλων επινοημάτων για να γίνουν οι πρώτες κινηματογραφικές μηχανές προβολής.

Ένα τελευταίο επινόημα ήταν απαραίτητο για να προβληθούν οι ταινίες. Αφού το φιλμ πρέπει να σταματά για λίγο όσο το φως διαπερνά κάθε μεμονωμένο καρέ, χρειαζόταν ένας μηχανισμός που να δημιουργεί τη διακεκομμένηκίνηση του φιλμ. Το 1888 ο Μαρέ κατασκεύασε την πρώτη μηχανή που χρησιμοποιούσε μια λωρίδα εύκαμπτου φιλμ, αυτή τη φορά πάνω σε χαρτί. Και πάλι, ο στόχος του ήταν μόνο να αναλύσει την κίνηση σε μια σειρά φωτογραφίες, και οι φωτογραφημένες κινήσεις διαρκούσαν ένα δευτερόλεπτό ή λιγότερο.Ο Μαρέ χρησιμοποίησε το μηχανισμό του σταυρού της Μάλτας στην κάμερα που είχε κατασκευάσει, και αυτό έγινε ένα σταθερό τμήμα των πρώτων μηχα­νών λήψεως και προβολής.

Ο συνδυασμός μιας εύκαμπτης, διαφανούς βάσης φιλμ, ενός γρήγορου χρόνου έκθεσης, ενός μηχανισμού που να τραβά το φιλμ μέσα από την κάμερα, ενός διακοπτόμενου μηχανισμού που να σταματά το φιλμ και ενός φωτοφράκτη που να εμποδίζει τη διέλευση του φωτός επιτεύχθηκε σττέλη της δεκετίας του 1880 και αρχές της δεκαετίας του 1890.

Όμως το πιο σημαντικό βήμα, που θεωρείται ουσιαστικά και το πιο σημαντικό, έγινε το 1890 από τον Tόμας Έντισον (Thomas Edison) και το βοηθό του, Ουίλιαμ Ντίξον (William Dickson). Ο συνδιασμός των παραπάνω εφευρέσεων σε μία, αυτή της κινηματογραφικής κάμερας επιτεύχθηκε τελικώς για πρώτη φορά το 1888 από τον Ουίλιαμ Ντίξον στα εργαστήρια της εταιρίας Edison στο Νιου Τζέρσεϊ. Η νέα εφεύρεση ονομάστηκε κινητογράφος και επρόκειτο για μια συσκευή βάρους 500 περίπου κιλών, η οποία μπορούσε να τραβήξει σκηνές με ταχύτητα 50 καρέ ανά δευτερόλεπτο.

Ο Tόμας Έντισον μαζί με τον Ουίλιαμ Ντίξον στη συνέχεια θα αναπτύξουν δυο σπουδαίες μηχανές: τον κινηματογράφο (η πρώτη μηχανή λήψης) και το κινητοσκόπιο, την πρώτη μηχανή προβολής, που αποτέλεσε άλλη μια από τις συνολικά πάνω από 1.000 πατέντες του Έντισον. Παρουσιάστηκε επίσημα στο κοινό της Νέας Υόρκης στο Μπρόντγουεϊ (Broadway), στις 20 Μαΐου του 1891, μαζί με την πρώτη κινηματογραφική ταινία, «Carmencita Dancing», που σημείωσε μεγάλη επιτυχία, λόγω της κινητικής πιστότητας, που πρόσφερε.

Η συσκευή στην αρχική της μορφή μπορούσε να εμφανίσει μέχρι 150 εκατοστά σελιλόιντ σε ρυθμούς έως και 46 καρρέ ανά δευτερόλεπτο. Δεν πρόβαλλε ωστόσο το φιλμ σε οθόνη, αλλά μέσα σε ένα κουτί, το οποίο μπορούσε να παρακολουθεί από μία οπή μόνον ένας θεατής, ακούγοντας παράλληλα μουσική υπόκρουση από ένα φωνογράφο.

Ο φωνογράφος, άλλη εφεύρεση του Έντισον, θεωρούνταν από αυτόν πιο σημαντική, καθώς ήδη του απέφερε τα σημαντικότερά του έσοδα. Αυτό εξηγεί και τη στάση του απέναντι στο κινητοσκόπιο, το οποίο θεωρούσε ήσσονος σημασίας παιχνίδι και για το οποίο δεν φρόντισε να εξασφαλίσει διεθνώς την πατέντα (με αποτέλεσμα να είναι νόμιμη η αντιγραφή, η πώληση και εξέλιξή της στην Ευρώπη), αλλά να το χρησιμοποιήσει για την περαιτέρω προώθηση του φωνογράφου.

Το 1894 ωστόσο άρχισε η παραγωγή κινητοσκοπίων και η εταιρία Έντισον έκανε το πρώτο στούντιο, με το όνομα «Μαύρη Μαρία» (Black Maria), που αποτελούνταν από ένα μόνο δωμάτιο με έναν κινητογράφο πάνω σε ράγες, για να τροφοδοτεί με ταινίες τα κινητοσκόπια. Την ίδια χρονιά άνοιξε και η πρώτη αίθουσα κινητοσκοπίων στη Νέα Υόρκη με εισιτήριο 25 cents για πρόσβαση σε 5 συνολικά συσκευές.


Τι είναι ο κινηματογράφος;

14 Οκτωβρίου, 1888. Η πρώτη «πρωτόγονη» προσπάθεια για καταγραφή της κίνησης σε κινηματογραφική μηχανή είναι γεγονός. Στον κήπο του σπιτιού της οικογένειας Whitley, στο Oakwood Grange Road, Roundhay, ένα προάστιο του Leeds, στο Yorkshire, της Μεγάλης Βρετανίας, ο Aime Augustin Louis Le Prince χρησιμοποιώντας μία μηχανή με μονό φακό, καταγράφει τους «πρωταγωνιστές» της ταινίας, σε ένα βίντεο διάρκειας μόλις 2 δευτερολέπτων, το οποίο αποτελούνταν από μόλις 4 πλαίσια (καρέ). Εμφανίζονται ο Adolf Le Prince (τον γιο του Le Prince), η Sarah Whitley, (πεθερά του Le Prince), ο Joseph Whitley και η Miss Harriet Hartley. Οι «πρωταγωνιστές» εμφανίζονται να περπατούν κυκλικά, γελώντας με τον εαυτό τους, εντός της περιοχής που εμφανίζεται στην κάμερα. Η «ταινία» αυτή που έμεινε γνωστή σαν «Roundhay Garden Scene», έμελλε να βάλει έναν από τους πρώτους θεμέλιους λίθους, σ’ αυτό που αργότερα θα ονομάζονταν «Έβδομη τέχνη»: τον κινηματογράφο.

Η λέξη «κινηματογράφος» επινοήθηκε από το Λεόν Μπουλί, ο οποίος βάφτισε έτσι αυτό που θεωρήθηκε ως εφεύρεση των αδελφών Λουί και Ογκίστ Λιμιέρ (Louis και Auguste Lumières). Οι αδερφοί Λιμιέρ, δεν ήταν οι εφευρέτες του κινηματογράφου, ήταν όμως αυτοί που τον βελτίωσαν, τον καθιέρωσαν και τον διέδωσαν στο ευρύ κοινό. Ο όρος κινηματογράφος σήμαινε δε, αρχικά, τη μηχανή εκείνη η οποία είχε τη δυνατότητα να καταγράφει την κίνηση. Η αίσθηση της κίνησης που δημιουργείται όταν βλέπουμε μια ταινία βασίζεται στην εκμετάλλευση δύο οπτικών φαινομένων: το πρώτο είναι η διατήρηση της οπτικής εικόνας στον εγκέφαλο για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου μετά την προβολή της στο φακό του ματιού (persisternce of vision), ενώ το δεύτερο δημιουργεί την ψευδαίσθηση της κίνησης, όταν οι εικόνες διαδέχονται η μία την άλλη (φαινόμενο phi).
Τα δύο αυτά φαινόμενα μαζί αποτελούν τη βάση του κινηματογράφου από φυσιολογικής πλευράς, ενώ από την τεχνική υπάρχει ένα φιλμ, που προβάλλει συνεχόμενες εικόνες σε συγκεκριμένο ρυθμό. Αυτός ο ρυθμός είναι συνήθως 16 καρέ ανά δευτερόλεπτο για τις βουβές ταινίες και 24 για τις ταινίες με ήχο. Η διαφορά αυτή των 8 καρέ εξηγεί και το γεγονός ότι πολλές από τις βουβές ταινίες εμφανίζονται να διαδραματίζονται σε ταχύτερους από τη φυσιολογική κίνηση ρυθμούς, όταν προβάλλονται από σύγχρονες μηχανές προβολής των 24 καρέ ανά δευτερόπλεπτο.

Harry Potter



Χάρι Πότερ είναι το όνομα μιας σειράς επτά μυθιστορημάτων φαντασίας από τη βρετανίδα συγγραφέα Τζ. Κ. Ρόουλινγκ Τα βιβλία περιγράφουν έναν κόσμο μάγων με βασικό χαρακτήρα ένα νεαρό αγόρι με το όνομα Χάρι Πότερ. Η κεντρική ιστορία των βιβλίων περιγράφει τον αγώνα του Χαρι Πότερ εναντίον του κακού μάγου Βόλντεμορτ ο οποίος θέλει να κατακτήσει το κόσμο των μάγων. Το πρώτο μυθιστόρημα, Ο Χάρι Πότερ και η Φιλοσοφική Λίθος, κυκλοφόρησε στα αγγλικά το 1997 και στα ελληνικά τον Νοέμβριο του 1998. Και τα επτά βιβλία έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο. Ο τίτλος του έβδομου βιβλίου της σειράς, ο οποίος ανακοινώθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 2006 στην προσωπική ιστοσελίδα της Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, είναι Harry Potter and the Deathly Hallows κυκλοφόρησε στις 21 Ιουλίου 2007 το οποίο σύμφωνα με τους εκδότες έσπασε όλα τα ρεκόρ, αφού η πρώτη έκδοση πούλησε 12 εκατομμύρια αντίτυπα μόνο στην Αμερική. Τα βιβλία της σειράς Χάρι Πότερ είναι εξαιρετικά δημοφιλή με πωλήσεις που μέχρι τον Απρίλη του 2008 υπερβαίνουν τα 375 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως. Εντούτοις, έχουν δεχτεί οξεία κριτική από κάποιες ομάδες. Τα βιβλία εκδίδονται από την Bloomsbury Publishing Plc στο Ηνωμένο Βασίλειο, από τη Scholastic Press στις Ηνωμένες Πολιτείες και από την Raincoast Books στον Καναδά. Στην Ελλάδα εκδίδονται από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Τα πρώτα πέντε βιβλία έχουν μεταφερθεί στον κινηματογράφο από τη Warner Bros. Η έκτη ταινία θα κυκλοφορήσε στις 21 Νοεμβρίου 2008, ενώ τα γυρίσματα ξεκίνησαν το Σεπτέμβριο του 2007.

Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

Moulin Rouge




Moulin Rouge! είναι ο τίτλος ταινιάς παραγωγής Η.Π.Α.. Το αισθηματικό μιούζικαλ Moulin Rouge δημιουργήθηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου από τον Μπαζ Λούρμαν και προβλήθηκε για πρώτη φορά στις Ηνωμένες Πολιτείες στις 6 Μαΐου 2001 υπό την αιγίδα της 20th Century Fox. Στην Ελλάδα, οπού διανεμήθηκε από την Odeon, έκανε πρεμιέρα στις 9 Νοεμβρίου 2001. Αφηγείται την ιστορία ενός νεαρού ποιητή, του Κρίστιαν (Γιούαν ΜακΓκρέγκορ), ο οποίος ερωτεύεται μια σταρ του καμπαρέ Μουλέν Ρουζ, την Σατίν (Νικόλ Κίντμαν). Η εξέλιξη του σεναρίου είναι σχεδόν όμοια με αυτή της όπερας Λα Τραβιάτα.
Το 2006, το Αμερικάνικο Κινηματογραφικό Ινστιτούτο τοποθέτησε το Moulin Rouge! στην 25η θέση των καλύτερων μιούζικαλ όλων των εποχών.

Titanic




Ο Τιτανικός (αγγλικά: Titanic) είναι δραματική, αισθηματική ταινία εποχής, παραγωγής 1997 σε σενάριο και σκηνοθεσία του Τζέιμς Κάμερον βασισμένη στο διασημότερο ναυάγιο όλων των εποχών, αυτό του υπερωκεάνιου Τιτανικός που βυθίστηκε στις 14 Απριλίου 1912.
Πρωταγωνιστούν οι Λεονάρντο Ντι Κάπριο και Κέιτ Γουίνσλετ. Η ταινία αφηγείται την ιστορία του Τζακ και της Ρόουζ, δύο νεαρά άτομα από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, που ερωτεύονται πάνω στο πλοίο ενώ αυτό κάνει το μοιραίο του ταξίδι. Παρ' όλο που οι δύο αυτοί κεντρικοί ήρωες είναι πλασματικοί, αρκετοί χαρακτήρες βασίζονται σε πραγματικούς ανθρώπους. Η Γκλόρια Στιούαρτ υποδύεται την ηλικιωμένη Ρόουζ που αφηγείται την ιστορία και ο Μπίλυ Ζέιν τον αρραβωνιαστικό της νεαρής Ρόουζ. Ο Κάμερον εμπνεύστηκε την ερωτική ιστορία με σκοπό να δεσμεύσει το κοινό με την πραγματική τραγωδία.
Η παραγωγή της ταινίας ξεκίνησε το 1995, όταν ο Κάμερον τράβηξε κάποια πλάνα από τον πραγματικό "Τιτανικό". Έτσι ξεκίνησε η ανακατασκευή του πλοίου και με ηλεκτρονικούς υπολογιστές αναδημιούργησαν το βύθισμα. Η ταινία χρηματοδοτήθηκε κυρίως από τη 20th Century Fox και την Paramount Pictures και μέχρι τότε ήταν η πιο ακριβή παραγωγή που έγινε ποτέ με προϋπολογισμό 200 εκατομμύρια δολάρια.
Ο Τιτανικός είχε αρχικά προγραμματιστεί να κυκλοφορήσει στις 2 Ιουλίου 1997, όμως λόγω καθυστέρησης στο post-production κυκλοφόρησε στις 19 Δεκεμβρίου 1997. Η ταινία αποδείχτηκε τεράστια καλλιτεχνική και εισπρακτική επιτυχία. Προτάθηκε για 14 βραβεία Όσκαρ κερδίζοντας 11 και έγινε η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία όλων των εποχών, έναν τίτλο που κράτησε 12 χρόνια, μέχρι την επόμενη ταινία του Κάμερον Άβαταρ που το ξεπέρασε.
Το 2012 αναμένεται η επανακυκλοφορία της ταινίας σε μορφή 3D.

The Pink Panther




Ο Ροζ Πάνθηρας (αγγ. The Pink Panther) είναι μια αμερικάνικη κωμωδία του 1963. Είναι σκηνοθετημένη από τον Μπλέικ Έντουαρντς, βασίζεται σε σενάριο και ιστορία των Μορίς Ρίχλιν και Έντουαρντς και πρωταγωνιστεί ο Πίτερ Σέλερς ως Επιθεωρητής Κλουζώ. Ο τίτλος «Ροζ Πάνθηρας» χρησιμοποιείται και γενικότερα για όλη τη σειρά των ταινιών με τους ίδιους ήρωες που ακολούθησε.
Η ταινία έχει μπει στην λίστα των "Εκατόν Αστειότερων Ταινιών του Μπράβο" με τον αριθμό 62. Το διάσημο αιλουροειδές με τη ροζ απόχρωση στο δέρμα, ο διάσημος πλεον Ροζ Πάνθηρας, που εμφανίστηκε στην κωμική σεκάνς κινουμένων σχεδίων των τίτλων αρχής, έγινε τόσο δημοφιλής, που οι δημιουργοί, Φριτς Φρίλινγκ και Ντέιβιντ Χάντσον Ντε Πάτι δημιούργησαν μια σειρά κινουμένων σχεδίων με τον χαρακτήρα. Η μορφή αυτή χρησιμοποιήθηκε στις σεκάνς τίτλων αρχής σε όλες τις ταινίες της σειράς, εκτός από την συνέχεια Λαγωνικό 24 Καρατίων.
Ο ρολός για τον διάσημο χαρακτήρα του επιθεωρητή Κλουζό αρχικά θα δινόταν στον (διάσημο για τον ρόλο του Ηρακλή Πουαρό) Πίτερ Ουστίνοφ, ενώ ο ρόλος της συζύγου του Σιμόν θα δινόταν στην Άβα Γκάρντνερ. Ο Ουστίνοφ αρνήθηκε τον ρόλο λίγες μέρες πριν το γύρισμα, και εξ αυτού, μηνύθηκε από τον Έντουαρντς ο οποίος κέρδισε την δίκη.

The Godfather



Ο Νονός είναι μία ταινία του 1972 και βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Μάριο Πούτζο. Σκηνοθέτης ήταν ο Φράνσις Φορντ Κόπολα και πρωταγωνιστές τον Μάρλο Μπράντο και τον Αλ Πατσίνο. Η ταινία θεωρείται μία από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών. Τον Μάρτιο του 2010 στη σελίδα Internet Movie Database1 έχει βαθμολογηθεί από τους χρήστες της με 9,1, βαθμό με τον οποίο κατέχει την δεύτερη θέση. Από την ταινία επίσης έχει μείνει η φράση που είχε πει ο Δον «I'm going to make him an offer he can't refuse» (Θα του κάνω μια προσφορά την οποία δε μπορεί να αρνηθεί), η οποία και ψηφίστηκε ως η δεύτερη πιο αξιομνημόνευτη φράση στην ιστορία του κινηματογράφου.

Κλίντ Ίστγουντ


Ο Κλιντ Ίστγουντ (Αγγλικά: Clinton Eastwood, Jr.) είναι διάσημος αμερικάνος ηθοποιός, σκηνοθέτης και συνθέτης του κινηματογράφου.
Ξεκίνησε την καριέρα του ως ηθοποιός τη δεκαετία του 50. Ο πρώτος του σημαντικός ρόλος ήταν στην τηλεοπτική σειρά Rawhide. Στον κινηματογράφο καθιερώθηκε με τη συμμετοχή του στην τριλογία των σπαγγέτι γουέστερν του Σέρτζιο Λεόνε. Εμβληματικός ρόλος στην καριέρα του ήταν ο επιθεωρητής Κάλαχαν (Dirty Harry), που τον ερμήνευσε συνολικά σε πέντε ταινίες, η πρώτη το 1971.
Σκηνοθετεί ταινίες ήδη από τη δεκαετία του 70 που αφήνουν καλές εντυπώσεις, αλλά η κινηματογραφική του καριέρα παραμένει ταυτισμένη με τους ρόλους των σκληροτράχηλων ηρώων που τον έκαναν διάσημο ως ηθοποιό. Αυτό αλλάζει το 1992, όταν σε ηλικία 62 ετών σκηνοθετεί την ταινία Οι Ασυγχώρητοι. Η ταινία πήρε εξαιρετικές κριτικές, προτάθηκε για πολλά βραβεία και τελικά κέρδισε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας. Ο Κλιντ Ίστγουντ κέρδισε το Όσκαρ καλύτερης σκηνοθεσίας, ενώ ήταν και υποψήφιος για το βραβείο Α' ρόλου. Τα επόμενα χρόνια οι σκηνοθετικές του δουλειές γνωρίζουν μεγάλη αναγνώριση και τον καθιερώνουν ως έναν από τους σημαντικότερους αμερικάνους σκηνοθέτες. Κέρδισε δεύτερη φορά το Όσκαρ καλύτερης σκηνοθεσίας το 2004 για την ταινία Million Dollar Baby (που επίσης πήρε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας) καθώς και άλλες δύο υποψηφιότητες.
Ο Κλιντ Ίστγουντ είναι επίσης και μουσικός και έχει συνθέσει τη μουσική για ορισμένες από τις ταινίες που σκηνοθέτησε.

Γουόλτ Ντίσνεϊ


Ο κορυφαίος, ίσως, παραμυθάς του 20ου αιώνα. Υπήρξε ο «πατέρας» του Μίκυ Μάους και ο άνθρωπος που το όνομά του ταυτίστηκε με τη μαγεία των κινούμενων σχεδίων.

Γεννήθηκε στο Σικάγο στις 5 Δεκεμβρίου 1901. Αφού μετήλθε διαφόρων επαγγελμάτων και πήρε μέρος ως οδηγός ασθενοφόρου στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, αποφάσισε το 1920 ότι η δημιουργία κινουμένων σχεδίων ήταν η δουλειά που του ταίριαζε. Αρχικά εργαζόταν για 40 δολάρια την εβδομάδα (29 Ιανουαρίου 1920). Το 1923 μετακόμισε στην Καλιφόρνια κι έστησε το δικό του στούντιο σ' ένα εγκαταλελειμμένο γκαράζ.

Στο ταπεινό αυτό μέρος γεννήθηκε από τη γραφίδα του ο Μίκυ Μάους, η διασημότερη ίσως φιγούρα στην ιστορία των κινουμένων σχεδίων, αλλά και ο Πλούτο, ο Ντόναλντ, ο Γκούφι και πολλοί άλλοι «χάρτινοι» ήρωες, που τέρπουν και θέλγουν ακόμη και σήμερα εκατομμύρια παιδιά σε ολόκληρο τον κόσμο, γιατί όχι και ενήλικες!

Η πρώτη εμφάνιση του Μίκυ Μάους στον ομιλούντα κινηματογράφο έγινε το 1928 στην επτάλεπτης διάρκειας ταινία «Ατμόπλοιο Γουίλι». Σταθμός στην καριέρα του Γουόλτ Ντίσνεϊ υπήρξε η ταινία «Φαντασία» το 1937. Ένας συνδυασμός κινουμένων σχεδίων και κλασσικής μουσικής, ένα πρώιμο «βίντεο-κλιπ» μεγάλων διαστάσεων, που έχει περάσει στο Πάνθεον της έβδομης τέχνης.

Ο Γουόλτ Ντίσνεϋ γύρισε συνολικά 600 ταινίες, κερδίζοντας συνολικά 22 Όσκαρ. Μερικές από αυτές θα μείνουν στην ιστορία των κινουμένων σχεδίων, όπως η «Χιονάτη και οι 7 Νάνοι», η «Μπάμπι», «Η Λαίδη και ο αλήτης» και «Το βιβλίο της ζούγκλας».

Πέθανε στις 15 Δεκεμβρίου 1966 από καρδιακή προσβολή. Υπήρξε μανιώδης καπνιστής και η κατάσταση της υγείας του είχε επιδεινωθεί δραματικά εξαιτίας του καρκίνου των πνευμόνων, που τον ταλαιπωρούσε. Η σορός του αποτεφρώθηκε δύο μέρες αργότερα και η τέφρα του τοποθετήθηκε σε κενοτάφιο στο Γκλέντεϊλ της Καλιφόρνιας. Τα λεγόμενα περί παγώματος της σορού του μέχρι να ανακαλυφθεί θεραπεία για τον καρκίνο, που θα τον επαναφέρει στη ζωή, είναι αστικός μύθος.

Στα 43 χρόνια της χολιγουντιανής καριέρας του ασχολήθηκε με κάθε πλευρά της σόου-μπιζ. Στην κυριολεξία διαμόρφωσε αυτό που αποκαλούμε σήμερα λαϊκή ψυχαγωγία, ιδιαίτερα και μέσα από τις Disneyland, τα θεματικά πάρκα, που ο ίδιος εμπνεύστηκε. Για κάποιους, ο Ντίσνεϊ υπήρξε ένας από τις πυλώνες του αμερικάνικου πολιτιστικού ιμπεριαλισμού.

Το έργο του συνεχίζει η εταιρεία «Disney», που ίδρυσε το 1923 μαζί με τον αδελφό του Ρόι. Πρόκειται για ένα γίγαντα, πλέον, στον τομέα της ψυχαγωγίας, με τζίρο 35 δισεκατομμυρίων δολαρίων (2006), προσωπικό 133.000 υπαλλήλων και σημαντικές επιτυχίες, όπως «Η μικρή Γοργόνα», «Toy Story», «Μουλάν», «Ο βασιλιάς των Λιονταριών» και οι «Πειρατές της Καραϊβικής», η πρώτη ακατάλληλη ταινία (Κ-13) στην ιστορία της Disney.

Τίμ Μπάρτον


Ο Τίμοθι Γουίλλιαμ Μπάρτον (γεννημένος στις 25 Αυγούστου 1958) είναι Αμερικανός σκηνοθέτης. Ειδικεύεται στις σκοτεινές και ιδιόμορφες ταινίες, όπως o «Σκαθαροζούμης», o «Ψαλιδοχέρης» και o «Εφιάλτης των Χριστουγέννων», αλλά και κινηματογραφικές υπερπαραγωγές όπως ο «Μπάτμαν», η «Επιστροφή του Μπάτμαν», ο «Μύθος του Ακέφαλου Καβαλάρη», ο «Πλανήτης των Πιθήκων» και η «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων». Συνήθως δουλεύει με το στενό του φίλο Τζόνι Ντεπ, το μουσικό Ντάνι Έλφμαν και τη σύντροφό του Ελένα Μπόναμ Κάρτερ. Η ταινία του «Sweeney Todd: Ο Φονικός Κουρέας της Οδού Φλίτ» κέρδισε Χρυσή Σφαίρα στην κατηγορία «Καλύτερη Κωμωδία ή Μιούζικαλ». Ο Τιμ Μπάρτον θα είναι πρόεδρος της κριτικής επιτροπής στο 63ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών, το οποίο θα λάβει χώρα από τις 12 μέχρι τις 23 Μαΐου στις Κάννες της Γαλλίας.

Γούντι Άλεν


O Γούντι Άλεν (Woody Allen), (όνομα γέννησης Άλεν Στιούαρτ Κένιγκσμπεργκ (Allen Stewart Königsberg)) γεννήθηκε την 1η Δεκεμβρίου 1935 στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης. Είναι Αμερικανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος, κωμικός, συγγραφέας και μουσικός του οποίου ο μεγάλος όγκος των έργων του και το εγκεφαλικό εκφραστικό ύφος του τον κατέστησαν έναν από τους πιο διάσημους και δημιουργικούς παραγωγούς ταινιών της σύγχρονης εποχής. Γράφει και σκηνοθετεί τις ταινίες του ενώ έχει παίξει ρόλους σε πολλές από αυτές. Ο Άλεν αποδίδει μεγάλο μέρος της έμπνευσής του στη λογοτεχνία, τη φιλοσοφία, τον Ευρωπαϊκό κινηματογράφο και κυρίως στην πόλη της Νέας Υόρκης, όπου γεννήθηκε και έχει περάσει όλη του τη ζωή. Στην πραγματικότητα, η κινηματογραφική του περσόνα αποτελεί την ενσάρκωση ενός Εβραίου διανοούμενου της Νέας Υόρκης: νευρωτικός και εγωκεντρικός, κοσμοπολίτης και ταυτόχρονα ανασφαλής, με αυτοσαρκαστική αίσθηση χιούμορ. Έχει ύψος 1,65 μέτρα και βάρος 57 κιλά. Όντας μικρόσωμος, με αφρόντιστα μαλλιά, μεγάλη μύτη, τετράγωνα γυαλιά σε συνδυασμό με τα μπεζ, φαρδιά ρούχα που συνηθίζει να φοράει δημιουργούν το κάπως «χαζό» ύφος του.

Άλφρεντ Χίτσκοκ


Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ (Alfred Hitchcock) ήταν Άγγλος σκηνοθέτης. Γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1899 στο Ιστ Εντ του Λονδίνου και πέθανε στις 29 Απριλίου 1980 στο Λος Άντζελες.
Ο Χίτσκοκ έπιασε σε δουλειά σε κινηματογραφικό στούντιο του Λονδίνου το 1920. Η δουλειά του ήταν να σχεδιάζει τους τίτλους αρχής για όλες τις ταινίες του στούντιο. Μετά από δύο χρόνια του δόθηκε η ευκαιρία να κάτσει στην καρέκλα του σκηνοθέτη. Ο σκηνοθέτης της ταινίας Always Tell Your Wife αρρώστησε και ζητήθηκε από τον Χίτσκοκ να τον αντικαταστήσει για να ολοκληρωθεί η ταινία. Οι παραγωγοί εντυπωσιάστηκαν από το αποτέλεσμα και του αναθέσαν να γυρίσει την πρώτη του, ουσιαστικά, ταινία, που ήταν ο Αριθμός 13. Μετά από λίγο καιρό όμως το στούντιο έκλεισε. Ο Χίτσκοκ σττη συνέχεια προσλήφθηκε στην Gainsborough Pictures ως σεναριογράφος και σχεδιαστής τίτλων. Το 1925 κατάφερε να σκηνοθετήσει το Pleasure Garden και αυτό σηματοδοτεί ουσιαστικά την αρχή της καριέρας του ως σκηνοθέτης.
Μετά από μια επιτυχημένη δεκαετία του '30, με ταινίες όπως τα 39 σκαλοπάτια, Ο άνθρωπος που ήξερε πολλά, Σαμποτάζ, με το ξεκίνημα του Β' Παγκοσμίου πολέμου αποφάσισε να μετακομίσει μόνιμα στις ΗΠΑ. Όταν επισκέφθηκε το Χόλυγουντ το 1940, όλοι οι παραγωγοί των μεγάλων στούντιο του έκλεισαν την πόρτα γιατί πίστευαν ότι δε θα μπορούσε να κάνει καριέρα στο χώρο. Τελικά, ο μεγαλο-παραγωγός Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ του πρόσφερε ένα επταετές συμβόλαιο. Του ανέθεσε αρχικά μια ταινία για τον Τιτανικό, αλλά το σχέδιο τελικά απορρίφθηκε και του ανέθεσε τη Ρεβέκκα. Η ταινία κέρδισε το Όσκαρ καλύτερης ταινίας του 1940, αλλά φυσικά το Όσκαρ πήγε στον παραγωγό και όχι στον Χίτσκοκ. Για τα επόμενα 20 χρόνια, μέχρι το Ψυχώ, γύριζε τη μια ταινία πίσω από την άλλη. Το 1955 συμφώνησε να προλογίζει μια τηλεοπτική σειρά με τίτλο Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ παρουσιάζει, που, σημειωτέον, διήρκησε δέκα χρόνια.
Μετά την καλλιτεχνική και εμπορική επιτυχία του Ψυχώ άρχισε να σκηνοθετεί ταινίες όλο και πιο αραιά. Από το 1977 μέχρι και το θάνατό του, δούλευε πάνω στη δημιουργία ενός φιλμ με τίτλο The Short Night. Μετά το θάνατό του, ο σεναριογράφος Ντέιβιντ Φρίμαν εξέδωσε την τελική εκδοχή του σεναρίου.
Προτάθηκε έξι φορές για Όσκαρ σκηνοθεσίας, το 1941 (Ρεβέκκα), το 1942 (Υποψίες), το 1945 (Στον ίσκιο του θανάτου/Ναυαγοί) το 1946 (Νύχτα αγωνίας), το 1955 (Σιωπηλώς μάρτυς) και το 1961 (Ψυχώ), αλλά δε το κέρδισε ποτέ.

Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010

Δράμα


Δραματική είναι η ειδική λειτουργία της φαντασίας που εκπροσωπείται στην απόδοση.[1] Ο όρος προέρχεται από μια ελληνική λέξη που σημαίνει «δράση»(Κλασική Ελληνική: δρᾶμα, δράμα), η οποία προέρχεται από "to do" (Κλασική Ελληνική: δράω, drao) . Η ψήφιση του δράματος στο θέατρο, που εκτελείται από τους φορείς σε ένα στάδιο πριν από ένα ακροατήριο, προϋποθέτει συνεργατική τρόπων παραγωγής και μια συλλογική μορφή λήψης. Η δομή των δραματικών κειμένων, σε αντίθεση με άλλες μορφές λογοτεχνίας, επηρεάζεται άμεσα από την συνεργατική παραγωγή και τη συλλογική λήψη.[2] Η πρώιμη σύγχρονη τραγωδία Άμλετ (1601), από τον Σαίξπηρ και η κλασική αθηναϊκή τραγωδία Οιδίπους Βασιλιάς (περ. 429 π.Χ.) από τον Σοφοκλή είναι μεταξύ των ανώτατων αριστουργημάτων της τέχνης του θεάτρου.[3]

Ρομαντικές/Κοινωνικές


Οι ρομαντικές ταινίες βασίζονται κυρίως στην αγάπη ή στην σεξουαλική σχέση των ανθρώπων. Το πάθος, το έντονο συναίσθημα,ο έρωτας, καθώς και η οργή είναι μερικά από τα κυριότερα συναισθήματα που κατακλύουν τους κεντρικούς ήρωες της ταινίας.Μερικές από τις πιο δημοφιλείς ρομαντικές ταινίες στο πέρασμα των χρόνων, είναι οι:Τιτανικός,Υστερόγραφο:Σ'αγαπώ,Μουσική και Στίχοι,Έρωτας δίχως παρών.

Τρόμου/Thriller



Οι ταινίες τρόμου/ θρίλερ έχουν σχεδιαστεί για να φοβίσουν και να επικαλεστούν τους χειρότερους,βαθιά κρυμμένους φόβους μας.Συχνά το φινάλε είναι τρομακτικό, συγκλονιστικό ενώ ταυτόχρονα μας παρουσιάζει διαφορετικές πτυχές της ζωής.Υπάρχουν διάφορα είδη τα ψυχολογικά ,τα splatter,serial killers ,phycho-paranoia.


Κωμωδίες


Κωμωδίες Οι αμέριμνος οικόπεδα με συνέπεια και σκόπιμα σχεδιαστεί για να διασκεδάσουν και να προκαλεί το γέλιο (με μία-σκάφη της γραμμής, ανέκδοτα, κλπ.) από υπερβολή της κατάστασης, τη γλώσσα, τη δράση, τις σχέσεις και τους χαρακτήρες. Αυτή η ενότητα περιγράφει τις διάφορες μορφές της κωμωδίας με κινηματογραφική ιστορία, συμπεριλαμβανομένων χονδροειδήςεκκεντρικόςπαρωδίες καιπαρωδίεςρομαντικές κωμωδίεςμαύρη κωμωδία (σκούρο σατιρική κωμωδία), και άλλα. Δείτε το site τουFunniest Κινηματογράφου Στιγμές και σκηνές συλλογής - εικονογραφημένα, καθώς επίσης και Premiere του περιοδικού 50 Greatest Κωμωδίες όλων των εποχών.